1. Λέξη
    συγκατοίκηση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: συγκατάθεση - συγκίνηση)
  2. Συνώνυμα
    • συνύπαρξη
    • κοινή διαβίωση
    • κοινή κατοικία
    3
  3. Αντώνυμα
    • μοναχική διαβίωση
    • απομόνωση
    2
  4. Ορισμός
    • Η διαβίωση δύο ή περισσότερων ατόμων στο ίδιο σπίτι ή χώρο.
    • Η συνύπαρξη χωρίς γάμο, ιδιαίτερα μεταξύ ερωτικών συντρόφων.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η συγκατοίκηση των φοιτητών σε ένα διαμέρισμα βοηθά στη μείωση των εξόδων.
    • Πριν από τον γάμο, αποφάσισαν να δοκιμάσουν τη συγκατοίκηση για να δουν αν ταιριάζουν.
    2