Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συναντήσω (ρήμα) - (παρόμοια:
συναντώ
-
συναντήθηκα
-
συναντάτε
-
συναντηθώ
-
συστήσω
-
συναντιέμαι
-
συνα
-
απαντήσω
)
Συνώνυμα
συναντώ
γνωρίζω
συμβαίνω
3
Αντώνυμα
αποφεύγω
ξεφεύγω
2
Ορισμός
Να βρεθώ με κάποιον τυχαία ή με σκοπό.
Να αντιμετωπίσω μια κατάσταση ή πρόβλημα.
2
Παραδείγματα
Αύριο θα συναντήσω την Μαρία για καφέ.
Στην πορεία της ζωής μας, συναντάμε πολλές δυσκολίες.
2