1. Λέξη
    συνεπής (επίθετο) - (παρόμοια: συνεχής - συνεπαίρνω)
  2. Συνώνυμα
    • σταθερός
    • αμετάβλητος
    • συνεκτικός
    3
  3. Αντώνυμα
    • ασυνεπής
    • ασταθής
    • ασυμβίβαστος
    3
  4. Ορισμός
    • Που διατηρεί μια σταθερή και λογική συμπεριφορά ή γραμμή σκέψης.
    • Που δεν παρουσιάζει αντιφάσεις και είναι αρμονικός.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο συνεπής μαθητής μελετά καθημερινά.
    • Η συνεπής πολιτική του κόμματος κέρδισε την εμπιστοσύνη των πολιτών.
    2