Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συνεπής (επίθετο) - (παρόμοια:
συνεχής
-
συνεπαίρνω
)
Συνώνυμα
σταθερός
αμετάβλητος
συνεκτικός
3
Αντώνυμα
ασυνεπής
ασταθής
ασυμβίβαστος
3
Ορισμός
Που διατηρεί μια σταθερή και λογική συμπεριφορά ή γραμμή σκέψης.
Που δεν παρουσιάζει αντιφάσεις και είναι αρμονικός.
2
Παραδείγματα
Ο συνεπής μαθητής μελετά καθημερινά.
Η συνεπής πολιτική του κόμματος κέρδισε την εμπιστοσύνη των πολιτών.
2