Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σχεδιάστρια (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
σχεδιάσω
-
σχεδιάζω
)
Συνώνυμα
δημιουργός
σχεδιάστρια
καλλιτέχνιδα
σχεδιαστής
4
Αντώνυμα
καταστροφέας
αποδιοργανωτής
2
Ορισμός
Η γυναίκα που ασχολείται με το σχεδιασμό, ιδίως σε καλλιτεχνικά ή τεχνικά πεδία.
Επαγγελματίας που δημιουργεί σχέδια για διάφορα προϊόντα, κτίρια ή έργα τέχνης.
2
Παραδείγματα
Η σχεδιάστρια δημιούργησε μια νέα συλλογή ρούχων για την άνοιξη.
Η σχεδιάστρια του κήπου μετέτρεψε τον χώρο σε ένα πράσινο όαση.
2