1. Λέξη
    τέντα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: τέντυ - τέντι - τέντωμα - πατέντα - τακέντα - τένοντας)
  2. Συνώνυμα
    • σκιάστρο
    • καταφύγιο
    • σκέπαστρο
    3
  3. Αντώνυμα
    • ανοικτός χώρος
    • εκτεθειμένος χώρος
    2
  4. Ορισμός
    • Μια κατασκευή από ύφασμα ή άλλο υλικό που χρησιμοποιείται για προστασία από τον ήλιο, τη βροχή ή άλλες καιρικές συνθήκες.
    • Ένας χώρος που παρέχει προστασία ή καταφύγιο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Στήσαμε μια τέντα για να προστατευτούμε από τον καυτό ήλιο.
    • Η τέντα στο κήπο μας είναι τέλεια για τις βροχερές μέρες.
    2