Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τέντα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
τέντυ
-
τέντι
-
τέντωμα
-
πατέντα
-
τακέντα
-
τένοντας
)
Συνώνυμα
σκιάστρο
καταφύγιο
σκέπαστρο
3
Αντώνυμα
ανοικτός χώρος
εκτεθειμένος χώρος
2
Ορισμός
Μια κατασκευή από ύφασμα ή άλλο υλικό που χρησιμοποιείται για προστασία από τον ήλιο, τη βροχή ή άλλες καιρικές συνθήκες.
Ένας χώρος που παρέχει προστασία ή καταφύγιο.
2
Παραδείγματα
Στήσαμε μια τέντα για να προστατευτούμε από τον καυτό ήλιο.
Η τέντα στο κήπο μας είναι τέλεια για τις βροχερές μέρες.
2