Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τακτική (επίθετο) - (παρόμοια:
τακτικά
-
τακτικός
-
πρακτική
-
τικ-τακ
)
Συνώνυμα
συστηματική
οργανωμένη
μεθοδική
3
Αντώνυμα
ατακτική
ανοργάνωτη
χαοτική
3
Ορισμός
που ακολουθεί μια συγκεκριμένη μέθοδο ή τάξη
που χαρακτηρίζεται από οργάνωση και συστηματικότητα
2
Παραδείγματα
Η τακτική μελέτη βοηθάει στην καλύτερη κατανόηση της ύλης.
Η τακτική εφαρμογή των κανόνων εξασφαλίζει την ομαλή λειτουργία του συστήματος.
2