Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τινάξω (ρήμα) - (παρόμοια:
ανατινάξω
-
τινάζω
)
Συνώνυμα
ρίχνω
πετώ
αποτινάσσω
3
Αντώνυμα
κρατάω
συγκρατώ
κρατώ
3
Ορισμός
να απομακρύνω κάτι με απότομη κίνηση
να πετάξω κάτι με δύναμη
να απαλλαγώ από κάτι ανεπιθύμητο
3
Παραδείγματα
Τινάζω τα ρούχα πριν τα βάλω στο πλυντήριο.
Ο άνεμος τινάζει τα φύλλα των δέντρων.
Πρέπει να τινάξω αυτή τη συνήθεια από τη ζωή μου.
3