Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τιτανικός (επίθετο) - (παρόμοια:
σατανικός
-
βρετανικός
-
πανικός
-
τεχνικός
-
ιδανικός
-
νεανικός
)
Συνώνυμα
γιγαντιαίος
τεράστιος
κολοσσιαίος
3
Αντώνυμα
μικροσκοπικός
ασήμαντος
ανεπαίσθητος
3
Ορισμός
που σχετίζεται με τους Τιτάνες, τους μυθικούς γίγαντες
που έχει μεγάλο μέγεθος ή δύναμη
που χαρακτηρίζεται από εξαιρετική σπουδαιότητα ή ένταση
3
Παραδείγματα
Η τιτανική προσπάθεια των εργαζομένων οδήγησε στην επιτυχή ολοκλήρωση του έργου.
Μια τιτανική μάχη ξέσπασε μεταξύ των δύο ομάδων.
Ο τιτανικός όγκος εργασίας απαιτούσε πολλές ώρες δουλειάς.
3