Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
νεανικός (επίθετο) - (παρόμοια:
νεανικό
-
πανικός
-
νευρικός
-
ιδανικός
-
νεκρικός
-
νεφρικός
-
μηχανικός
-
σατανικός
-
τιτανικός
-
ισπανικός
-
οργανικός
)
Συνώνυμα
νεαρός
φρέσκος
ζωηρός
3
Αντώνυμα
γηραιός
παλαιός
βαρετός
3
Ορισμός
που χαρακτηρίζεται από νεότητα και ζωντάνια
που ανήκει ή αναφέρεται σε νέους ανθρώπους
που δείχνει ενέργεια και θέρμη
3
Παραδείγματα
Η νεανική του ενέργεια τον κάνει να ξεχωρίζει.
Μια νεανική παρέα περπατούσε στο πάρκο.
Η νεανική του όψη έδειχνε ότι ήταν ακόμα στην αρχή της καριέρας του.
3