1. Συνώνυμα
    • νεαρός
    • φρέσκος
    • ζωηρός
    3
  2. Αντώνυμα
    • γηραιός
    • παλαιός
    • βαρετός
    3
  3. Ορισμός
    • που χαρακτηρίζεται από νεότητα και ζωντάνια
    • που ανήκει ή αναφέρεται σε νέους ανθρώπους
    • που δείχνει ενέργεια και θέρμη
    3
  4. Παραδείγματα
    • Η νεανική του ενέργεια τον κάνει να ξεχωρίζει.
    • Μια νεανική παρέα περπατούσε στο πάρκο.
    • Η νεανική του όψη έδειχνε ότι ήταν ακόμα στην αρχή της καριέρας του.
    3