1. Λέξη
    τριγυρνώ (ρήμα) - (παρόμοια: τριγυρνάω - τριγυρίζω - γυρνώ)
  2. Συνώνυμα
    • περιφέρομαι
    • περιπλανιέμαι
    • γυρίζω
    • τριγυρίζω
    4
  3. Αντώνυμα
    • παραμένω
    • μένω ακίνητος
    • εγκαθίσταμαι
    3
  4. Ορισμός
    • Περιφέρομαι χωρίς συγκεκριμένο σκοπό ή κατεύθυνση.
    • Κινώ συνεχώς από το ένα μέρος στο άλλο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Τριγύρναγε στο δωμάτιο χωρίς να ξέρει τι να κάνει.
    • Τα παιδιά τριγύρναγαν στο πάρκο όλη την ώρα.
    2