1. Λέξη
    τριγυρίζω (ρήμα) - (παρόμοια: περιτριγυρίζω - τριγυρνώ - τρίζω - τριγυρνάω - γυρίζω - στριφογυρίζω)
  2. Συνώνυμα
    • περιφέρομαι
    • γυρίζω
    • περιδιαβαίνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • σταματώ
    • καθόμαι
    • παραμένω
    3
  4. Ορισμός
    • Κινώ γύρω από ένα συγκεκριμένο σημείο ή περιοχή.
    • Περιφέρομαι χωρίς συγκεκριμένο σκοπό.
    • Βρίσκομαι συχνά σε ένα συγκεκριμένο μέρος.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο σκύλος τριγύριζε γύρω από το σπίτι.
    • Τα παιδιά τριγύριζαν στην πλατεία όλη την ημέρα.
    • Συχνά τον βλέπω να τριγυρίζει στην γειτονιά.
    3