1. Λέξη
    τροχαίο (επίθετο) - (παρόμοια: τροχαία - τροχαλία - τροχός - τροχιά)
  2. Συνώνυμα
    • κυλιόμενο
    • περιστρεφόμενο
    2
  3. Αντώνυμα
    • σταθερό
    • ακίνητο
    2
  4. Ορισμός
    • Σχετικός με την κίνηση που γίνεται με περιστροφή ή κύλιση.
    • Που αναφέρεται σε οχήματα ή μηχανισμούς που κινούνται με τροχούς.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το τροχαίο ατύχημα συνέβη λόγω της ομίχλης.
    • Η τροχαία αστυνομία ελέγχει την κυκλοφορία.
    2