Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τροχός (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
τροχιά
-
τροχόσπιτο
-
τροχαίο
-
τροχαία
)
Συνώνυμα
δίσκος
κύκλος
ροδέλα
3
Αντώνυμα
τετράγωνο
γωνία
2
Ορισμός
Ένα κυκλικό αντικείμενο που περιστρέφεται γύρω από έναν άξονα και χρησιμοποιείται για τη μετακίνηση οχημάτων ή άλλων μηχανισμών.
Στοιχείο μηχανισμού που βοηθά στην κίνηση ή στη λειτουργία μιας συσκευής.
Σύμβολο της κυκλικής κίνησης ή της επανάληψης.
3
Παραδείγματα
Ο τροχός του αυτοκινήτου χρειάστηκε αλλαγή μετά το ατύχημα.
Ο αρχαίος τροχός θεωρείται μια από τις σημαντικότερες εφευρέσεις της ανθρωπότητας.
Η ρόδα του ποδηλάτου περιστρέφεται με κάθε πάτημα του πετάλου.
3