1. Λέξη
    τρόμπα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: ρόμπα - τρόμος)
  2. Συνώνυμα
    • μπάλα
    • σφαίρα
    • μπουντούλα
    3
  3. Αντώνυμα
    • επίπεδη επιφάνεια
    • τετράγωνο
    2
  4. Ορισμός
    • Σφαιρικό αντικείμενο που χρησιμοποιείται σε διάφορα παιχνίδια ή αθλήματα.
    • Μεταφορικά, χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι αδέξιος ή ανίκανος.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο παίκτης κλώτσησε την τρόμπα και σκόραρε γκολ.
    • Μην του αναθέσεις αυτή τη δουλειά, είναι μεγάλη τρόμπα.
    2