1. Λέξη
    υπάλληλος (ουσιαστικό) - (παρόμοια: παράλληλος - κατάλληλος - ακατάλληλος)
  2. Συνώνυμα
    • εργαζόμενος
    • προσωπικό
    • λειτουργός
    3
  3. Αντώνυμα
    • εργοδότης
    • διευθυντής
    • αφεντικό
    3
  4. Ορισμός
    • Άτομο που εργάζεται για λογαριασμό κάποιου άλλου, συνήθως σε μια εταιρεία ή οργανισμό, και λαμβάνει αμοιβή για τις υπηρεσίες του.
    • Άτομο που εκτελεί καθήκοντα σε μια συγκεκριμένη θέση εργασίας.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο υπάλληλος της τράπεζας εξυπηρέτησε τους πελάτες με ευγένεια.
    • Η νέα υπάλληλος προσαρμόστηκε γρήγορα στο περιβάλλον της εταιρείας.
    2