Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ακατάλληλος (επίθετο) - (παρόμοια:
κατάλληλος
-
κατάλληλα
-
υπάλληλος
-
παράλληλος
)
Συνώνυμα
ανάρμοστος
απρεπής
ανεπίτρεπτος
3
Αντώνυμα
κατάλληλος
αρμόδιος
προσήκων
3
Ορισμός
Που δεν ταιριάζει ή δεν είναι κατάλληλος για μια συγκεκριμένη περίσταση ή χρήση.
Που δεν πληροί τα απαιτούμενα πρότυπα ή τις απαιτήσεις.
2
Παραδείγματα
Η ενδυμασία του ήταν ακατάλληλη για την επίσημη τελετή.
Η συμπεριφορά του ήταν ακατάλληλη σε ένα επαγγελματικό περιβάλλον.
2