1. Λέξη
    υπακούω (ρήμα) - (παρόμοια: υπακούσω - υπακοή - ακούω)
  2. Συνώνυμα
    • πείθομαι
    • υποτάσσομαι
    • παραδέχομαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • αντιστέκομαι
    • αρνούμαι
    • επαναστατώ
    3
  4. Ορισμός
    • Να ακολουθώ τις εντολές ή τις οδηγίες κάποιου.
    • Να συμμορφώνομαι με τους κανόνες ή τους νόμους.
    • Να δείχνω σεβασμό και να ακολουθώ τις επιθυμίες κάποιου.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Οι μαθητές πρέπει να υπακούουν στους δασκάλους τους.
    • Όλοι οι πολίτες οφείλουν να υπακούουν στους νόμους της χώρας.
    • Το παιδί υπάκουσε αμέσως όταν το φώναξε η μητέρα του.
    3