Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
υπηρετώ (ρήμα) - (παρόμοια:
εξυπηρετώ
-
υπηρετούσα
-
υπηρεσία
)
Συνώνυμα
εξυπηρετώ
υποστηρίζω
βοηθώ
εξυπηρετώ
4
Αντώνυμα
εμποδίζω
δυσκολεύω
αποθαρρύνω
3
Ορισμός
Παρέχω υπηρεσίες ή βοήθεια σε κάποιον.
Εκτελώ καθήκοντα ή εργασίες για λογαριασμό κάποιου ή κάποιου οργανισμού.
Λειτουργώ ως μέλος ή εκπρόσωπος ενός οργανισμού ή ομάδας.
3
Παραδείγματα
Ο στρατιώτης υπηρετεί τη χώρα του με αφοσίωση.
Η εταιρεία υπηρετεί πελάτες από όλο τον κόσμο.
Ο υπάλληλος υπηρετεί στην εταιρεία εδώ και δέκα χρόνια.
3