1. Λέξη
    υποδεικνύω (ρήμα) - (παρόμοια: αποδεικνύω - επιδεικνύω - αναδεικνύω)
  2. Συνώνυμα
    • δείχνω
    • επιδεικνύω
    • καταδεικνύω
    • προδίδω
    4
  3. Αντώνυμα
    • κρύβω
    • αποκρύπτω
    • καλύπτω
    3
  4. Ορισμός
    • Εμφανίζω κάτι με σαφήνεια ή αποδεικτικά στοιχεία.
    • Δείχνω ή αποδεικνύω κάτι με έμμεσο τρόπο.
    • Οδηγώ σε συμπέρασμα ή υπαινίσσομαι.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο δάσκαλος υποδεικνύει τη σωστή απάντηση στους μαθητές.
    • Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι ο ύποπτος ήταν στο σημείο του εγκλήματος.
    • Ο τρόπος που μίλησε υποδεικνύει ότι δεν είναι ευχαριστημένος.
    3