1. Λέξη
    φτιάχνω (ρήμα) - (παρόμοια: φτιάχνομαι - φτιάχνουμε - ξαναφτιάχνω - φτιάχνονται - φτιάξω)
  2. Συνώνυμα
    • κατασκευάζω
    • δημιουργώ
    • συναρμολογώ
    3
  3. Αντώνυμα
    • καταστρέφω
    • χαλώ
    • διαλύω
    3
  4. Ορισμός
    • 1. Να δημιουργώ κάτι, να κατασκευάζω.
    • 2. Να επισκευάζω κάτι που έχει χαλάσει.
    • 3. Να προετοιμάζω κάτι, συνήθως φαγητό.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Φτιάχνω ένα τραπέζι από ξύλο.
    • Πρέπει να φτιάξω το ραδιόφωνο που έσπασε.
    • Σήμερα θα φτιάξω μουσακά για δείπνο.
    3