1. Λέξη
    φτιαγμένη (επίθετο) - (παρόμοια: φτιαγμένο - φτιαγμένος)
  2. Συνώνυμα
    • κατασκευασμένη
    • προετοιμασμένη
    • συσκευασμένη
    3
  3. Αντώνυμα
    • αφτιάχτη
    • ακατέργαστη
    • ακατάσκευη
    3
  4. Ορισμός
    • που έχει δημιουργηθεί ή κατασκευαστεί από κάποιον
    • που έχει προετοιμαστεί για συγκεκριμένο σκοπό
    • που έχει μετατραπεί από την αρχική της μορφή σε κάτι άλλο
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η φτιαγμένη καρέκλα ήταν πολύ ανθεκτική.
    • Η φτιαγμένη τροφή ήταν έτοιμη για το πάρτι.
    • Η φτιαγμένη ιστορία δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα.
    3