Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
φόρτιση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
φόρτωση
-
φόρτε
-
φώτιση
-
φόρτος
)
Συνώνυμα
φόρτωση
επίθεση
πλήρωση
3
Αντώνυμα
εκφόρτιση
αδειάζω
εκκένωση
3
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του φορτίζω, δηλαδή της προσθήκης ηλεκτρικού φορτίου σε μια συσκευή ή μπαταρία.
Η διαδικασία εισαγωγής δεδομένων ή πληροφοριών σε ένα σύστημα ή συσκευή.
Στην στρατιωτική ορολογία, η επίθεση εναντίον του εχθρού.
3
Παραδείγματα
Η φόρτιση της μπαταρίας του κινητού μου διαρκεί περίπου δύο ώρες.
Η φόρτιση των δεδομένων στη βάση ολοκληρώθηκε με επιτυχία.
Ο στρατηγός διέταξε την φόρτιση κατά των εχθρικών θέσεων.
3