Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χαρακτηριστικός (επίθετο) - (παρόμοια:
χαρακτηριστικό
-
χαρακτηριστώ
-
χαριστικός
-
χαρακτηρίζω
-
χαρισματικός
-
οριστικός
)
Συνώνυμα
τύπικος
ιδιαίτερος
ξεχωριστός
διακριτικός
4
Αντώνυμα
ασυνήθιστος
ατυπικός
κοινός
3
Ορισμός
Που αποτελεί χαρακτηριστικό ή γνώρισμα κάποιου ή κάτι.
Που είναι εύκολα αναγνωρίσιμος ή ξεχωριστός λόγω συγκεκριμένων ιδιοτήτων.
2
Παραδείγματα
Ο χαρακτηριστικός του τρόπος ομιλίας τον έκανε να ξεχωρίζει.
Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της περιοχής είναι τα ψηλά βουνά.
2