1. Λέξη
    χαρακτηριστώ (ρήμα) - (παρόμοια: χαρακτηριστικό - χαρακτηριστικός - χαρακτηρίζω)
  2. Συνώνυμα
    • ορίζω
    • προσδιορίζω
    • διακρίνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • απροσδιόριστα
    • αόριστα
    2
  4. Ορισμός
    • Καθορίζω ή περιγράφω τα χαρακτηριστικά ή τα γνωρίσματα κάποιου ή κάτι.
    • Δίνω έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα ή ιδιότητα σε κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο δάσκαλος χαρακτήρισε την εργασία του μαθητή ως εξαιρετική.
    • Η συμπεριφορά του τον χαρακτηρίζει ως ευγενικό άτομο.
    2