Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χρηματοδότης (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
χρηματοδότηση
-
βηματοδότης
-
χρηματοδοτώ
)
Συνώνυμα
επενδυτής
χρηματοοικονομικός υποστηρικτής
δωρητής
3
Αντώνυμα
δανειολήπτης
οφειλέτης
2
Ορισμός
Πρόσωπο ή οργανισμός που παρέχει χρήματα για μια επιχείρηση, έργο ή δραστηριότητα.
Αυτός που χρηματοδοτεί μια δραστηριότητα ή μια οργάνωση.
2
Παραδείγματα
Ο χρηματοδότης του φεστιβάλ είναι μια γνωστή τράπεζα.
Χωρίς τον χρηματοδότη, το ερευνητικό έργο δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί.
2