Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
άριος (επίθετο) - (παρόμοια:
μάριος
-
άγριος
-
άρι
-
άριστος
-
αρχάριος
-
μακάριος
)
Συνώνυμα
εξαιρετικός
υπέροχος
καταπληκτικός
3
Αντώνυμα
κακός
άθλιος
άσχημος
3
Ορισμός
Πολύ καλός, εξαιρετικός.
Αξιοθαύμαστος, που ξεχωρίζει για τη θετική του ποιότητα.
2
Παραδείγματα
Ο καιρός σήμερα είναι άριος για μια βόλτα.
Έκανε μια άρια εργασία στο σχολείο.
2