Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αγοράσουν (ρήμα) - (παρόμοια:
αγοράσω
-
αγορά
-
αγοράκι
-
αγοράζω
-
περάσουν
)
Συνώνυμα
αποκτώ
προμηθεύομαι
κληρονομώ
3
Αντώνυμα
πουλώ
ξεπουλώ
αποχωρίζομαι
3
Ορισμός
Να αποκτήσει κάτι με αντάλλαγμα χρήματα ή άλλη αξία.
Να κάνει μια αγορά, να αποκτήσει κάτι πληρώνοντας.
2
Παραδείγματα
Σκοπεύουν να αγοράσουν ένα καινούργιο αυτοκίνητο.
Η εταιρεία αποφάσισε να αγοράσει νέο εξοπλισμό για τα γραφεία της.
2