1. Λέξη
    αναγκάσω (ρήμα) - (παρόμοια: αναγκάζω - αναγκάζομαι - αναγκαίος)
  2. Συνώνυμα
    • εξαναγκάζω
    • υποχρεώνω
    • επιβάλλω
    3
  3. Αντώνυμα
    • επιτρέπω
    • αφήνω
    • προτρέπω
    3
  4. Ορισμός
    • Κάνω κάποιον να κάνει κάτι με τη βία ή την πίεση.
    • Επιβάλλω σε κάποιον να ενεργήσει με συγκεκριμένο τρόπο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο δάσκαλος αναγκάζει τους μαθητές να μελετούν κάθε μέρα.
    • Οι συνθήκες αναγκάζουν τον πληθυσμό να μεταναστεύσει.
    2