1. Λέξη
    ανακατασκευή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: κατασκευή - ανακατωτά - ανακατεύω - ανακατέψω)
  2. Συνώνυμα
    • αναδόμηση
    • ανασυγκρότηση
    • αναμόρφωση
    3
  3. Αντώνυμα
    • καταστροφή
    • κατάρρευση
    • αποδόμηση
    3
  4. Ορισμός
    • Η διαδικασία επαναδόμησης ή ανασυγκρότησης ενός κτιρίου, μιας δομής ή ενός συστήματος.
    • Η ενέργεια του να δημιουργείς κάτι ξανά, συχνά με βελτιώσεις ή αλλαγές.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η ανακατασκευή του σπιτιού μετά τη φωτιά πήρε αρκετούς μήνες.
    • Η κυβέρνηση ανακοίνωσε σχέδια για την ανακατασκευή των υποδομών της πόλης.
    2