Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανακατασκευή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κατασκευή
-
ανακατωτά
-
ανακατεύω
-
ανακατέψω
)
Συνώνυμα
αναδόμηση
ανασυγκρότηση
αναμόρφωση
3
Αντώνυμα
καταστροφή
κατάρρευση
αποδόμηση
3
Ορισμός
Η διαδικασία επαναδόμησης ή ανασυγκρότησης ενός κτιρίου, μιας δομής ή ενός συστήματος.
Η ενέργεια του να δημιουργείς κάτι ξανά, συχνά με βελτιώσεις ή αλλαγές.
2
Παραδείγματα
Η ανακατασκευή του σπιτιού μετά τη φωτιά πήρε αρκετούς μήνες.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε σχέδια για την ανακατασκευή των υποδομών της πόλης.
2