1. Λέξη
    αναλογίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια: αναλογία - αναγνωρίζομαι - αναλογώ - αναγκάζομαι - ανατινάζομαι - αναδύομαι)
  2. Συνώνυμα
    • σκέφτομαι
    • αναλογιέμαι
    • συλλογίζομαι
    • στοχάζομαι
    4
  3. Αντώνυμα
    • αγνοώ
    • αμελώ
    • παραβλέπω
    3
  4. Ορισμός
    • Σκέφτομαι βαθιά και προσεκτικά για κάτι.
    • Εξετάζω κάτι με προσοχή και λεπτομέρεια.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Αναλογίστηκε τις επιπτώσεις της απόφασής του πριν προχωρήσει.
    • Κάθε βράδυ αναλογίζεται τα γεγονότα της ημέρας.
    2