1. Λέξη
    αναπάντητος (επίθετο) - (παρόμοια: αναπάντητο - αναπάντεχος - αναπάντεχα - αναπάντεχη - αναίσθητος)
  2. Συνώνυμα
    • ασύγκριτος
    • ασυναγώνιστος
    • ανεπίτευκτος
    3
  3. Αντώνυμα
    • συγκρίσιμος
    • ανταγωνιστικός
    • επίτευκτος
    3
  4. Ορισμός
    • Που δεν έχει απαντηθεί ή δεν μπορεί να απαντηθεί.
    • Που δεν έχει ανταγωνιστή ή δεν μπορεί να συγκριθεί με κάτι άλλο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η ερώτησή του έμεινε αναπάντητη.
    • Η ομάδα ήταν αναπάντητη στο πρωτάθλημα.
    2