Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανατέλλω (ρήμα) - (παρόμοια:
αναγγέλλω
-
αναβάλλω
-
αποστέλλω
)
Συνώνυμα
ξεφυτρώνω
αναδύομαι
ξεπροβάλλω
αναδείχνω
4
Αντώνυμα
βασιλεύω
δύω
καταδύομαι
ξεθωριάζω
4
Ορισμός
Εμφανίζομαι πάνω από τον ορίζοντα, συνήθως για τον ήλιο, τη σελήνη ή τα αστέρια.
Ξεκινώ να αναπτύσσομαι ή να γίνομαι ορατός.
Εμφανίζομαι ή γίνομαι γνωστός σε μια συγκεκριμένη περίοδο ή τόπο.
3
Παραδείγματα
Ο ήλιος ανατέλλει από τα βουνά κάθε πρωί.
Τα πρώτα λουλούδια ανατέλλουν με την άφιξη της άνοιξης.
Μια νέα εποχή ανατέλλει για την τεχνολογία.
3