1. Λέξη
    ανατέλλω (ρήμα) - (παρόμοια: αναγγέλλω - αναβάλλω - αποστέλλω)
  2. Συνώνυμα
    • ξεφυτρώνω
    • αναδύομαι
    • ξεπροβάλλω
    • αναδείχνω
    4
  3. Αντώνυμα
    • βασιλεύω
    • δύω
    • καταδύομαι
    • ξεθωριάζω
    4
  4. Ορισμός
    • Εμφανίζομαι πάνω από τον ορίζοντα, συνήθως για τον ήλιο, τη σελήνη ή τα αστέρια.
    • Ξεκινώ να αναπτύσσομαι ή να γίνομαι ορατός.
    • Εμφανίζομαι ή γίνομαι γνωστός σε μια συγκεκριμένη περίοδο ή τόπο.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο ήλιος ανατέλλει από τα βουνά κάθε πρωί.
    • Τα πρώτα λουλούδια ανατέλλουν με την άφιξη της άνοιξης.
    • Μια νέα εποχή ανατέλλει για την τεχνολογία.
    3