1. Λέξη
    ανταγωνίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια: αγωνίζομαι - διαγωνίζομαι - συναγωνίζομαι - ανταγωνιστώ - αυνανίζομαι)
  2. Συνώνυμα
    • παλεύω
    • συναγωνίζομαι
    • αντιπάλευω
    3
  3. Αντώνυμα
    • συνεργάζομαι
    • συμμαχώ
    • συμπράττω
    3
  4. Ορισμός
    • Να είμαι σε αντιπαράθεση ή αντιπαλότητα με κάποιον.
    • Να προσπαθώ να ξεπεράσω κάποιον σε μια δραστηριότητα ή προσπάθεια.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Οι δύο ομάδες ανταγωνίζονται για τον τίτλο του πρωταθλητή.
    • Ανταγωνίζομαι με τον εαυτό μου για να γίνω καλύτερος.
    2