1. Συνώνυμα
    • παλεύω
    • πολεμώ
    • συγκρούομαι
    • αντιμετωπίζω
    4
  2. Αντώνυμα
    • παραιτούμαι
    • εγκαταλείπω
    • υποχωρώ
    3
  3. Ορισμός
    • Να εμπλέκομαι σε μια σκληρή προσπάθεια ή μάχη για να επιτύχω κάτι.
    • Να αντιμετωπίζω δυσκολίες ή αντιξοότητες.
    • Να συμμετέχω σε αγώνα ή διαγωνισμό.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο αθλητής αγωνίζεται για να κερδίσει το χρυσό μετάλλιο.
    • Αγωνιζόμαστε κάθε μέρα για μια καλύτερη ζωή.
    • Η ομάδα μας αγωνίστηκε σκληρά αλλά έχασε τον τελικό.
    3