Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αγωνίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
ανταγωνίζομαι
-
διαγωνίζομαι
-
συναγωνίζομαι
-
αυνανίζομαι
-
αγωνία
-
αγοράζομαι
-
εμφανίζομαι
-
απελπίζομαι
-
βασανίζομαι
)
Συνώνυμα
παλεύω
πολεμώ
συγκρούομαι
αντιμετωπίζω
4
Αντώνυμα
παραιτούμαι
εγκαταλείπω
υποχωρώ
3
Ορισμός
Να εμπλέκομαι σε μια σκληρή προσπάθεια ή μάχη για να επιτύχω κάτι.
Να αντιμετωπίζω δυσκολίες ή αντιξοότητες.
Να συμμετέχω σε αγώνα ή διαγωνισμό.
3
Παραδείγματα
Ο αθλητής αγωνίζεται για να κερδίσει το χρυσό μετάλλιο.
Αγωνιζόμαστε κάθε μέρα για μια καλύτερη ζωή.
Η ομάδα μας αγωνίστηκε σκληρά αλλά έχασε τον τελικό.
3