Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συναγωνίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
αγωνίζομαι
-
διαγωνίζομαι
-
ανταγωνίζομαι
-
συνεχίζομαι
-
αυνανίζομαι
-
σκίζομαι
-
συναγωγή
)
Συνώνυμα
ανταγωνίζομαι
παλεύω
πολεμώ
3
Αντώνυμα
συνεργάζομαι
συμμαχώ
2
Ορισμός
Να αγωνίζομαι μαζί με κάποιον ή εναντίον κάποιου σε έναν αγώνα ή διαγωνισμό.
Να προσπαθώ με μεγάλη προσήλωση για να πετύχω κάτι.
2
Παραδείγματα
Οι δύο ομάδες συναγωνίζονται για το πρωτάθλημα.
Συναγωνίζομαι με όλες μου τις δυνάμεις για να πετύχω τον στόχο μου.
2