Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανώτερος (επίθετο) - (παρόμοια:
απώτερος
-
νεώτερος
-
ανώτατος
-
κατώτερος
)
Συνώνυμα
υψηλότερος
ανώτερος βαθμός
ανώτατος
3
Αντώνυμα
κατώτερος
χαμηλότερος
υποδεέστερος
3
Ορισμός
που βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο ή βαθμό
που έχει μεγαλύτερη σημασία ή αξία
που ανήκει σε υψηλότερη τάξη ή κατηγορία
3
Παραδείγματα
Ο ανώτερος υπάλληλος είναι υπεύθυνος για την ομάδα.
Η ανώτερη εκπαίδευση είναι απαραίτητη για πολλές επαγγελματικές θέσεις.
Ο ανώτερος αξιωματικός έδωσε τις εντολές για την επιχείρηση.
3