1. Λέξη
    απεγνωσμένος (επίθετο) - (παρόμοια: απεγνωσμένα - απελπισμένος - απεσταλμένος)
  2. Συνώνυμα
    • αποκαρδιωμένος
    • αθύμως
    • απελπισμένος
    3
  3. Αντώνυμα
    • ελπιδοφόρος
    • αισιόδοξος
    • ενθουσιασμένος
    3
  4. Ορισμός
    • Που έχει χάσει κάθε ελπίδα ή πίστη.
    • Που δείχνει έλλειψη ελπίδας ή πίστης.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο απεγνωσμένος άνθρωπος έκλαιγε μόνος του.
    • Μια απεγνωσμένη προσπάθεια να σωθεί η κατάσταση.
    2