1. Λέξη
    αποβαίνω (ρήμα) - (παρόμοια: απογίνω - προβαίνω - αποβιώνω - ανεβαίνω - βαίνω)
  2. Συνώνυμα
    • προκύπτω
    • καταλήγω
    • εξαρτώμαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποτυγχάνω
    • αποκλίνω
    2
  4. Ορισμός
    • Να προκύπτω ως αποτέλεσμα ή να καταλήγω σε κάτι.
    • Να εξαρτώμαι από κάτι ή να βασίζομαι σε αυτό.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Από αυτή τη συζήτηση μπορεί να αποβεί μια σημαντική απόφαση.
    • Η επιτυχία του έργου αποβαίνει από τη συνεργασία όλων.
    2