1. Λέξη
    απομένω (ρήμα) - (παρόμοια: υπομένω - απομονώνω - απομακρύνω)
  2. Συνώνυμα
    • παραμένω
    • διατηρούμαι
    • επιβιώνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • φεύγω
    • εγκαταλείπω
    • εξαφανίζομαι
    3
  4. Ορισμός
    • Να συνεχίζω να υπάρχω ή να είμαι σε μια κατάσταση.
    • Να παραμένω σε ένα μέρος ή μια κατάσταση για μεγάλο χρονικό διάστημα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Απομένει μόνο ένας μήνας μέχρι τις διακοπές.
    • Αν και όλοι έφυγαν, αυτός απομένει πιστός στις αρχές του.
    2