Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
απόσπαση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
απόσπασμα
-
απόσταση
-
απόβαση
-
απόφαση
-
απόδραση
-
απόσυρση
)
Συνώνυμα
διαχωρισμός
απομάκρυνση
αποκοπή
3
Αντώνυμα
ένωση
σύνδεση
προσάρτηση
3
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του να αποσπάται κάποιος ή κάτι από μια ομάδα ή ένα σύνολο.
Μια μονάδα στρατιωτικού προσωπικού που αποσπάται για ειδική υπηρεσία.
2
Παραδείγματα
Η απόσπαση του δασκάλου σε άλλο σχολείο προκάλεσε δυσαρέσκεια στους μαθητές.
Μια απόσπαση στρατιωτών στάλθηκε για να βοηθήσει στις επιχειρήσεις διάσωσης.
2