1. Λέξη
    αρχίζω (ρήμα) - (παρόμοια: ξαναρχίζω - αρχίδι - αρχίσω - αρχίσαν)
  2. Συνώνυμα
    • ξεκινώ
    • ανοίγω
    • εγκαινιάζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • τελειώνω
    • σταματώ
    • κλείνω
    3
  4. Ορισμός
    • Να ξεκινάω κάτι, να δίνω την αρχή σε μια διαδικασία ή μια ενέργεια.
    • Να αρχίζω να κάνω κάτι, να μπαίνω σε μια νέα φάση ή κατάσταση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Αρχίζω να διαβάζω το βιβλίο από αύριο.
    • Η συνάντηση αρχίζει στις 10 το πρωί.
    2