Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αυτοκινητόδρομος (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αυτοκινητικός
-
αυτοκινητοπομπή
-
αυτοκινητιστικό
)
Συνώνυμα
εθνική οδός
ταχύδρομος
2
Αντώνυμα
χωματόδρομος
παραλιακή οδός
2
Ορισμός
Μια μεγάλη, γρήγορη οδός που συνδέει σημαντικές πόλεις ή περιοχές, συνήθως με πολλαπλές λωρίδες και περιορισμένες εισόδους και εξόδους.
1
Παραδείγματα
Ο αυτοκινητόδρομος Αθηνών-Θεσσαλονίκης είναι ένας από τους πιο πολυσύχναστους στην Ελλάδα.
Η ταχύτητα στο αυτοκινητόδρομο είναι περιορισμένη στα 130 χιλιόμετρα την ώρα.
2