1. Λέξη
    διαδραματίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια: σχηματίζομαι - διαγωνίζομαι - τερματίζομαι - τραυματίζομαι - διαχειρίζομαι)
  2. Συνώνυμα
    • παίζω
    • ενσαρκώνω
    • αναλαμβάνω ρόλο
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποφεύγω
    • αποχωρώ
    2
  4. Ορισμός
    • Να αναλαμβάνω ή να εκτελώ έναν συγκεκριμένο ρόλο σε μια θεατρική παράσταση, ταινία ή άλλη καλλιτεχνική δραστηριότητα.
    • Να παίρνω μέρος σε μια κατάσταση ή γεγονός με ενεργό τρόπο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο ηθοποιός διαδραματίζεται τον ρόλο του βασιλιά στο έργο.
    • Η εταιρεία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αγορά.
    2