1. Συνώνυμα
    • προσφέρομαι
    • εξυπηρετώ
    • διαμοιράζομαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • αποσύρομαι
    • αρνούμαι
    • κρατάω για τον εαυτό μου
    3
  3. Ορισμός
    • Προσφέρω ή δίνω κάτι με προθυμία.
    • Είμαι διατεθειμένος να βοηθήσω ή να συνεργαστώ.
    • Κατανέμω ή μοιράζω κάτι σε άλλους.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Διατίθεμαι να σας βοηθήσω με τη μετάφραση.
    • Οι εθελοντές διατίθενται να δουλέψουν χωρίς αμοιβή.
    • Η εταιρεία διατίθεται να μοιράσει δωρεάν δείγματα του προϊόντος.
    3