Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μετατίθεμαι (ρήμα) - (παρόμοια:
διατίθεμαι
-
ανατίθεμαι
-
τίθεμαι
-
μετατρέπομαι
-
εκτίθεμαι
-
προτίθεμαι
-
υποτίθεμαι
-
επιτίθεμαι
)
Συνώνυμα
μετακινώ
αλλάζω θέση
μεταφέρω
3
Αντώνυμα
παραμένω
μένω ακίνητος
2
Ορισμός
Να αλλάζω θέση ή να μεταφέρω κάτι από ένα σημείο σε άλλο.
Να αλλάζω τη σειρά ή τη θέση των στοιχείων σε μια διάταξη.
2
Παραδείγματα
Ο δάσκαλος μας ζήτησε να μεταθέσουμε τα θρανία για την εκδρομή.
Μετέθεσε τα βιβλία από το ράφι στο γραφείο του.
2