1. Λέξη
    διαφωνία (ουσιαστικό) - (παρόμοια: διαφωνώ - διαφωνήσω - διαφωτίζω)
  2. Συνώνυμα
    • αντιπαράθεση
    • σύγκρουση
    • έριδα
    3
  3. Αντώνυμα
    • συμφωνία
    • αρμονία
    • συνεννόηση
    3
  4. Ορισμός
    • Η έλλειψη συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων ανθρώπων ή ομάδων.
    • Μια κατάσταση όπου υπάρχουν διαφορετικές απόψεις ή θέσεις πάνω σε ένα θέμα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Υπήρξε μεγάλη διαφωνία μεταξύ των μελών της επιτροπής σχετικά με την απόφαση.
    • Η διαφωνία τους οφείλεται σε διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις.
    2