1. Λέξη
    δικά (επίθετο) - (παρόμοια: δικάζω - διεξοδικά - δικιά - δικός - δικάζομαι)
  2. Συνώνυμα
    • δίκαια
    • δίκαιοι
    • δίκαιες
    3
  3. Αντώνυμα
    • άδικα
    • άδικοι
    • άδικες
    3
  4. Ορισμός
    • Αυτά που ανήκουν ή αναφέρονται σε δύο άτομα ή πράγματα.
    • Αυτά που γίνονται σύμφωνα με τη δικαιοσύνη ή το νόμο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Τα δικά μου βιβλία είναι στο ράφι.
    • Οι δικές τους απόψεις διαφέρουν από τις δικές μας.
    2