1. Λέξη
    δικαιοδοσία (ουσιαστικό) - (παρόμοια: δικαιολογία - δικαιούμαι - δικαιολογώ - δικαιούστε - διαδικασία - δικαιοσύνη - δικαιούχος)
  2. Συνώνυμα
    • αρμοδιότητα
    • δικαιοδοτικότητα
    • εξουσία
    3
  3. Αντώνυμα
    • αναρχία
    • αδυναμία
    • ασυδοσία
    3
  4. Ορισμός
    • Η νομική ή επίσημη εξουσία να εκτελεί κανείς δικαιοσύνη, να εκδίδει αποφάσεις ή να ελέγχει μια συγκεκριμένη περιοχή ή θέμα.
    • Η ευθύνη ή η δικαιολογημένη εξουσία να λάβει κανείς αποφάσεις σε συγκεκριμένα ζητήματα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η δικαιοδοσία του δικαστηρίου επεκτείνεται σε ολόκληρη την περιφέρεια.
    • Το θέμα αυτό δεν εμπίπτει στην δικαιοδοσία μας, αλλά σε αυτήν της κεντρικής διοίκησης.
    2