Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
δικαιούμαι (ρήμα) - (παρόμοια:
δικαιολογούμαι
-
δικαιούχος
-
δικαιούστε
-
διηγούμαι
-
δικαιολογώ
-
διανοούμαι
-
δικαιοσύνη
-
δικαιοδοσία
-
δικαιολογία
)
Συνώνυμα
αξίζω
έχω το δικαίωμα
λαμβάνω
3
Αντώνυμα
αποκλείομαι
στερούμαι
2
Ορισμός
Έχω το δικαίωμα να λάβω ή να κάνω κάτι.
Είμαι σε θέση να διεκδικήσω κάτι λόγω νόμου ή ηθικής.
2
Παραδείγματα
Δικαιούμαι μια δίκαιη αντιμετώπιση.
Ως πολίτης, δικαιούμαι να ψηφίσω.
2