Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επιτυχία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
επιτυχής
-
επιτυχώς
-
ευτυχία
-
επιτυχημένος
)
Συνώνυμα
νίκη
κατόρθωμα
πραγματοποίηση
3
Αντώνυμα
αποτυχία
ήττα
αποτυχημένη προσπάθεια
3
Ορισμός
Η επίτευξη ενός στόχου ή ενός επιθυμητού αποτελέσματος.
Η θετική έκβαση μιας προσπάθειας ή ενός σχεδίου.
2
Παραδείγματα
Η επιτυχία του έργου ήταν εμφανής από τις θετικές κριτικές.
Μετά από πολλές προσπάθειες, τελικά γνώρισε την επιτυχία.
2